17 χρόνια από τη Βελούδινη επανάσταση στην Τσεχοσλοβακία
Η εξομολόγηση ενός πρώην κομμουνιστή
Κατά πόσο έφταιξε για τη βία στα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» η ιδεολογία; Εξαρτάται τι εννοεί κανείς λέγοντας ιδεολογία. Ο Μαρξ είπε πολύ λίγα πράγματα για τον κομμουνισμό και ό, τι είπε το είπε δυστυχώς με τρόπο απόλυτο. Για παράδειγμα μία σύντομη πρότασή του στο Κομμουνιστικό μανιφέστο ότι η διαφορά μεταξύ της παλαιάς αριστερής και της καινούργιας κομμουνιστικής σκέψης υφίσταται στο πώς πρέπει να γίνει η δικτατορία του προλεταριάτου. Και ο Λένιν έχει επίσης πολλά τέτοια απόλυτα στοιχεία.
Αν όμως υπό τον όρο ιδεολογία καταλαβαίνουμε και την φιλοσοφία, η θεωρία αυτή των διαλεκτικών αλλαγών δεν λεει τίποτα για την αναγκαιότητα της βίας, δεν συνεπάγεται κανένα πρόγραμμα βίας, απεναντίας μιλάει για την φυσιολογική οδό της εξέλιξης - με την ευρύ έννοια.
Ας μιλήσουμε όμως για τη βία. Όταν ο Μαρξ προσκόλλησε στο προλεταριάτο, η θέση του προλεταριάτου ήταν πολύ πιο δεινή σε σύγκριση με την καπιταλιστική τάξη, δηλαδή οι εργάτες δεν μπορούσαν να πραγματώσουν την ατομικότητά τους και έτσι εμφανίστηκε η ιδέα της συλλογικότητας. Από την άλλη πλευρά η ταξική πάλη που ξέσπασε χρειαζόταν να συγκεντρωθεί κάτω από μία ενιαία βούληση, και έτσι δημιουργήθηκε ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός σαν αρχή της λειτουργίας των κομμουνιστικών κομμάτων. Έτσι επιτράπηκε να έρθουν στο προσκέφαλο άνθρωποι με δικτατορικές κλήσεις. Στο τέλος αποφάσιζε για την μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων ένα άτομο.
Η μόνη ασφαλιστική δικλίδα είναι η δημοκρατία. Και για αυτό οι χώρες μας έπρεπε να έχουν περισσότερη δημοκρατία από ό, τι οι καπιταλιστικές, και όχι αντίστροφα. Η κοινωνία σήμερα δεν μπορεί να λειτουργεί χωρίς τους καπιταλιστές. Αλλά και οι καπιταλιστές προσπαθούν να περιορίζουν τη δημοκρατία. Σε μας μετά το 1989, ήδη στις δεύτερες εκλογές, άρχισαν να ακούγονται φωνές ότι οι άνθρωποι που πληρώνουν περισσότερους φόρους πρέπει να έχουν και μεγαλύτερη δυνατότητα επιρροής. Αυτό σημαίνει ότι θεώρησαν τη δημοκρατία σαν κάτι που περιορίζει τα δικαιώματά τους. Δεν παύω λοιπόν να πιστεύω ότι είναι δίκαιο να έχει ο κάθε άνθρωπος ίδιες δυνατότητες συναπόφασης. Ο Μαρξ σκεφτόταν το πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί αυτό για όλους τους ανθρώπους.
Η κομμουνιστική ιδεολογία όμως διαμορφώθηκε από τις ιδέες του Στάλιν που ήταν πεπεισμένος ότι η ταξική πάλι συνεχώς οξύνεται και έτσι πρέπει η εργατική τάξη να μάχεται ασταμάτητα. Ότι ο ταξικός εχθρός μπαίνει στις σειρές της και επίσης και στην κεντρική επιτροπή. Έτσι έστειλε ο Στάλιν στον άλλο κόσμο τα δύο τρίτα της κεντρικής επιτροπής. Η πρακτική αυτή ήταν παράξενη. Οι υπάλληλοι και στην χώρα μας έβρισκαν μία μέρα στο γραφείο τους την αίτηση να μπουν στο κόμμα και μετά από μισό χρόνο ερχόταν οι «κάθαρση» του εχθρού. Αν ήθελε κανείς να γίνει διευθυντής κάποιου εργοστάσιου έπρεπε να γίνει υποχρεωτικά και μέλος του κομμουνιστικού κόμματος.
Και έγινε ότι οι «αλήθειες» του Στάλιν θεωρήθηκαν οι μόνες ισχύουσες και μόνο αυτές επιτρεπόταν να διδάσκονται. Όταν ανακαλύφθηκαν καινούργιες ανακαλύψεις για τις οποίες δεν μιλάει ο Ένγκελς στο έργο του «Αντιδούρινγκ», οι επιστήμονες κηρύχθηκαν αντιεπιστημονικοί. Αυτό είναι εντελώς αντιδιαλεκτικό. Και η θεωρία του χάος κηρύχθηκε επίσης αντιεπιστημονική. Αλλά αν δεν υπάρχει πλουραλισμός ιδεών η ανθρωπότητα δεν μπορεί να εξελίσσεται. Η κοινωνία μας έχασε τη δυνατότητα να παει μπρος.
Και δεν έφταιξε ότι δεν ήταν στην κεντρική επιτροπή του κομμουνιστικού κόμματος εργάτες. Ήταν, και αρκετή μάλιστα και ακόμα περισσότεροι ήταν στις επιτροπές των νομών και των περιφερειών. Ο τελευταίος Γενικός γραμματέας του κομμουνιστικού κόμματος της Τσεχοσλοβακίας, ο Μίλος Γιάκες ήταν εργάτης ηλεκτρολόγος. Έχω και μία προσωπική εμπειρία. Μία φορά ήθελε ο Γιάκες να μάθει τι λένε οι μορφωμένοι άνθρωποι και κάλεσε και εμένα με μία μεγαλύτερη ομάδα στη Πράγα. Έπεσαν διάφορες γνώμες. Στο τέλος ο Γιάκες είπε: «Όπως σας κοιτάω, σύντροφοι, βλέπω ότι η μόρφωση χαλάει τους ανθρώπους».
Αν είναι δυνατών!
Οι εργαζόμενοι όμως δεν είχαν τη δυνατότητα να συναποφασίζουν. Τους διευθυντές τους όριζαν από την κεντρική επιτροπή. Χρειαζόταν γραπτή απόφαση.
Μία φορά πάλι έγινε μία συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής για την επιστημονικό-τεχνολογική πρόοδο. Εμείς στην Ακαδημία πήραμε την πρωτοβουλία και την κάναμε στα πλαίσια μας, χωρίς να περιμένουμε κάποια εντολή. Αφού ήμασταν επιστήμονες. Αυτό προκάλεσε όμως μεγάλο κακό στην κεντρική επιτροπή, ότι παραβιάσαμε τη κομματική πειθαρχία. Έπρεπε να την επαναλάβουμε την ημερομηνία που μας όρισαν, κατόπιν γραπτής εντολής.
Γιατί δεν έκανα τίποτα εναντίων; Είχα τέτοιες εμπειρίες που με απέτρεπαν. Με απέβαλαν από το πανεπιστήμιο και έπρεπε να πάω για στρατό στα λεγόμενα μαύρα ορυχεία λόγο του πατέρα μου. Δεν ήθελα να βιώνουν και τα παιδιά μου κάτι παρόμοιο. Το δεύτερο κίνητρο ήταν ότι είχα μία τέτοια θέση από όπου μπορούσα να προσπαθήσω να αλλάζω το καθεστώς στα πλαίσια των δυνατοτήτων μου. Έγραψα ένα βιβλίο όπου μελετούσα την εξέλιξη της οικονομίας στην Ευρώπη και είχα αποδείξει ότι τα πράγματα πάνε σε μας προς το χειρότερο. Πρότεινα εκεί να συνδυασθούν οι οριζόντιες και κάθετες οικονομικές σχέσεις, όπως τις ονόμασα, που είναι το πλάνο με την αγορά, γιατί έφτασα στο συμπέρασμα ότι καμιά σύγχρονη κοινωνία δεν μπορεί να λειτουργεί χωρίς την αγορά. Στη Τσεχοσλοβακία ουσιαστικά λειτουργούσε ένα είδος αγοράς, γιατί οι επιχειρήσεις συμβουλευόταν απευθείας με το εμπόριο. Κάτι που δεν υπήρχε στη Σοβιετική ένωση, εκεί ήταν πολύ αυστηρό. Για αυτό κι εκεί ήταν άδεια τα μαγαζιά ενώ σε μας όχι. Στην Τσεχοσλοβακία ήταν αυστηρά μόνο ό, τι αφορούσε το πώς στο ένα κλάδος απαγορευόταν να παράγει κάτι που άνηκε σε άλλο κλάδος. Ας πούμε στο εργοστάσιο του ατσαλιού είπαν ότι θα μπορούσαν να παράγουν και καλοριφέρ που ήταν ελλειπτικό πρωιών, αλλά δεν τους το επέτρεψαν.
Αν δεν έπρεπε να έχει γίνει όλο αυτό;
Δεν ευσταθεί αυτή η ερώτηση. Οι άνθρωποι αποφάσισαν τότε έτσι, και αποφασίσαμε ελεύθερα κι εγώ που μπήκα στο κόμμα στα δεκαεννέα μου. Η κατάσταση ήταν τότε τέτοια, η παγκόσμια κρίση στα χρόνια του τριάντα χωρίς διέξοδο, ανεργία, η ζωή δύσκολη για τους περισσότερους, ενώ στη Σοβιετική Ένωση δεν υπήρχε ανεργία, ξέραμε ότι οικοδομούν, για τα γκούλαγκ δεν μαθαίναμε τίποτα. Από την άλλη πλευρά στη Γερμανία νίκησε η μπουρζουαζία η οποία ήταν πίσω από το Χίτλερ και ενθάρρυνε τον εφοπλισμό. Η Τσεχοσλοβακία ήταν προδομένη από την πλευρά της Αγγλίας και της Γαλλίας και γενικά επικρατούσε η γνώμη ότι η οικονομική κρίση θα συνεχιστεί γιατί διεκόπη μόνο χάρη στον εφοπλισμό. Και μετά τον πόλεμο υπήρχε τάση προς το σοσιαλισμό. Μη ξεχνάμε ότι στη Γαλλία το 40 τοις εκατό ψήφισε υπέρ του κομμουνιστικού κόμματος. Στην Ιταλία επίσης. Ο σοσιαλισμός δεν επεβλήθη από τη Σοβιετική Ένωση στην Τσεχοσλοβακία. Αφού την πρώτη εθνικοποίηση όλων των επιχειρήσεων μέχρι διακόσιους εργαζόμενους την έκανε η κυβέρνηση του Μπένες το φθινόπωρο του 1945. Δεν ήταν κομμουνιστής, καμία σχέση. Όλοι οι άνθρωποι ήθελαν κατά κάποιο τρόπο το σοσιαλισμό.
Νομίζω ότι ο σοσιαλισμός είναι μία τέτοια κοινωνία η οποία προσπαθεί να πραγματώνει την αρχή της αλληλεγγύης και να εξαλείφει τις διαφορές δημιουργώντας ίδιες ευκαιρίες για όλους. Για να μη μεγεθύνονται οι κοινωνικές διαφορές σε τέτοια μεγέθη που εκείνοι οι οποίοι είναι σε χειρότερη μοίρα να νιώθουν χαμένοι. Μία κοινωνία όπου όλοι οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα στη παιδεία, στη υγεία και δεν χρειάζεται να φοβούνται ότι μπορεί να γίνουν άστεγοι.
Η κοινωνία μας δεν ήταν κομμουνισμός όπου κατά τον Μαρξ θα έπρεπε ο καθένας να δουλεύει σύμφωνα με τις ικανότητες του και να αμείβεται σύμφωνα με τις ανάγκες του. Αλλά ένα είδος σοσιαλισμού ήταν. Αν εσύ το λες αυταρχικός σοσιαλισμός μπορώ να συμφωνήσω.
Την εξομολόγηση του Ιβάν Οκαλι, πρώην διευθυντή του τμήματος οικονομολογίας της Ακαδημίας των επιστημών της Σλοβακίας κατέγραψε η Σύλβια Οκαλιόβα, συγγραφέας.
Mittwoch, November 08, 2006
Abonnieren
Kommentare zum Post (Atom)
Keine Kommentare:
Kommentar veröffentlichen